14.9.10

Πού; Ποιός;
Αλλαγή φάσης. Ανακατεύθυνση.
Χάος, ταραχή...

1.8.10

 
Βαδίζοντας αντίθετα στο πλήθος είδε ένα σημάδι, ένα βλέμμα που όμως στράφηκε αλλού. Την γνώριζε ή μήπως όχι.
Αναρωτήθηκε αν θα μπορούσε να βρει κάποια αρχεία, όχι μαγνητικά, που να διατηρούνται, νά'χουν αποφύγει την αλλαγή, να ψάξει.
 
Τα παιδιά χάνονται. Τι αλαφράδα. Μόνο αυτά δεν έχουν βάρος. Γυρνάνε γύρω χωρίς να νοιάζονται.
 
Έγινε πάλι! Το ξέρει.
 
Τικ, τακ, τικ, τακ. 
Ντρρννν!
 
Το παιδί, τα παιδιά...
Πάλι η ζάλη, η εικόνα διαλύεται.
 
Για δες!
 
Φωνές. Είναι ένα παιδί, αναστατωμένο. Οι άλλοι σιωπούν, χαμογελούν αμήχανα. Δεν θέλουν να δουν αυτό που συμβαίνει. 
Σταματά. Το μεγαλύτερο παιδί καρφώνει το βλέμμα πίσω του. Κάνει ψύχρα.
 
Προτίμησε να ξοδέψει κάτι για να χορτάσει τη πείνα του. Ποπ-κορν. Ο πωλητής δεν του' δωσε σημασία. Οι σκέψεις του ηταν αλλού.  
 
Σκόνταψε, άνοιξε τα μάτια του, κάτι παιδιά τον κοίταξαν, προσπέρασαν.
Οι μικροπωλητές είχαν γεμίσει μικροπράγματα το δρόμο. Επιβίωση.
Ραδιοφωνάκια, κιάλια, παιχνίδια, εργαλεία, έψαξε λίγο.
Δεν είχε αρκετά χρήματα.



 
Έκλεισε τα μάτια. Ζαλιζόταν. Πόσων χρονων είμαι, αναρωτήθηκε. Πού γεννήθηκα; Οι γονείς μου; Κι αυτοί ποιοί είναι; Γιατί στριφογυρνούν μπροστά μου; Πότε; Τώρα;

7.7.10

Συνάντησε δύο κορίτσια, που έψαχναν για ένα μικρό ζώο, έναν άσπρο λαγό.
Βλέποντάς τες να τρων, θυμήθηκε την πείνα του. Αλλά δεν ήταν η ώρα.
Αναρωτήθηκε τι εντύπωση έδινε. Φαινόταν οτι έρχεται από αλλού; Είχαν καταλάβει την αλλαγή που πότιζε αργά τα πάντα;
 
Άκουσε την κραυγή της. Ποιός την απειλούσε; Κοίταξε γύρω του.
Μια μαύρη φιγούρα φρόντιζε ένα παιδί. Απομακρύνονταν.
 
Είχε έρθει το ξημέρωμα. Δεν το περίμενε. Μπλεγμένα κλαδιά γύρω του. 
Οι απότομες μεταβάσεις, μετά το συμβάν, του δημιουργούσαν ακόμα σύγχυση.
Έψαχναν στραμμένοι στο φως. Κρατούσαν κεριά. Αναζητούσαν ελπίδες σε παλιές τελετουργίες. Σιωπούσαν, μαζεμένοι κοντά ο ένας στον άλλο. Κοίταζαν.

21.5.10

 
Επανήλθε. Επιστροφή. 
Η κατάσταση ήταν σημαντική κι επείγουσα. Χρειαζόταν καθαρό μυαλό, οπωσδήποτε.
Κοίταξε τα πρόσωπα γύρω του. Είχαν αλλού στραμμένη την προσοχή τους.
 
Διακοπη, διακοπή. Παρεμβολή...Όχι!
 
Πού πάνε; Τι ανησυχία υπάρχει;
 
Ο κόσμος, τα σύμβολα, πυκνός. Χώθηκε.
 
Πανιά με λέξεις ανεμίζαν. Πού να κατευθυνθεί;

10.5.10

Κοίταξε γύρω του. Προχώρησε στο φως.
Τα βήματά του,σαν υπνοβάτη, τον οδήγησαν σε μια πλατεία. Φώτα δυνατά.
Από παντού ξεπρόβαλε κόσμος πολύς.